Ἐπιπόλαιες σπουδές, ἢ ἀπὸ τὴν ἄγνοια στὴν προχειρότητα
Σήμερα ἡ ἁγιογραφία πάλι ἔχει περιέλθει σὲ μαρασμὸ μὲ τὴν στατικότητα, τὴν στεγνή, ἄπνοη, ἄτεχνη ἀντιγραφή. Παραγκωνίστηκε γιὰ μιὰ περίοδο ἀπ’ τὶς δυτικότροπες εἰκόνες, λόγω παρεξηγήσεων καὶ ἀγνοίας τῆς τεχνικῆς της, ὅμως ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 20ου αἰῶνος, χάρη στὶς ἀκάματες προσπάθειες κάποιων ποὺ μ’ ἐλεύθερο νοῦ ἔνιωσαν τὸ μεγαλεῖο της, ξαναζωντάνεψε. Ἀπὸ ‘κεῖ ποὺ σὲ μεγάλη μερίδα κόσμου ἦταν παντελῶς ἄγνωστη κι ἀδιάφορη, ἔγινε ἀντικείμενο ἐνδιαφέροντος κ’ ἐνασχόλησης πολλῶν.
Μὰ τούτη ἡ πλατειὰ διάδοσή της ἔφερε καὶ κάτι ἀρνητικό: πίστεψαν πολλοὶ πὼς ἄκοπα, χωρὶς βαθειὰ καὶ συστηματικὴ σπουδὴ καὶ στὸ ζωγραφικὸ καὶ στὸ θεολογικὸ της σκέλος, θὰ μπορέσουν νὰ φτιάσουν μιὰ «εἰκονίτσα (!!!)».
Προσπάθησαν, ἀπέτυχαν, δὲν τὸ κατάλαβαν, μ’ ἀποτέλεσμα καὶ στὸ μυαλὸ τους καὶ στὰ ἔργα τους νὰ ὑποβιβάσουν μιὰ μεγαλειώδη τεχνικὴ σὲ ἐπίπεδο ἀπαράδεκτο. Ἀκόμα χειρότερα, κάποιοι μ’αυτὲς τὶς λίγες καὶ κακομαζεμένες γνώσεις ἐφθασαν νὰ ἐπαγγέλλονται τοὺς ἁγιογράφους καὶ νὰ διαδίδουν μιὰ τεχνοτροπία ἀπολίτιστη, χωρὶς νὰ παραδειγματίζονται ἀπὸ (ἢ νὰ ντρέπονται) τοὺς ἄξιους σύγχρονους δημιουργούς.
Ἱστορικὴ προσφορά
Ἡ ἁγιογραφία, ὡς ἰδιαίτερη ζωγραφικὴ τεχνοτροπία μὲ συγκεκριμένο προσανατολισμὸ καὶ σκοπό, χρειάζεται νὰ κωδικοποιηθῇ ἀξιωματικὰ στὸ σύνολό της. Γιατὶ κατασκευάζονται καὶ χρησιμοποιοῦνται οἱ εἰκόνες; Γιὰ τὴν ἀνάμνηση καὶ τιμὴ τῶν ἀγαπημένων καὶ σημαντικῶν προσώπων τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, τῶν Ἁγίων.
Ἄρα, γιὰ ὅσους εἶναι γνωστὰ στοιχεῖα τῆς φυσιογνωμίας ἢ τοῦ λειτουργήματός τους, ἀποδίδονται σὲ γενικὲς γραμμὲς κὶ ἔτσι ξεχωρίζομε, π.χ. τὸν Ἀπόστολο Πέτρο ἀπ’ τὸν Ἀπόστολο Ἀνδρέα (πόσο ἀδόκιμο εἶναι τὸ φαινόμενο ἀπεικόνισης, σὲ Ναοὺς κυρίως, Ἁγίων δίπλα-δίπλα μὲ τὴν ἴδια ἀκριβῶς μορφή, καὶ στάση ἀκόμα, μὲ μόνη παραλλαγὴ στὰ χρώματα τῶν ρούχων).
Ἐπίσης, γιὰ τὴν ὑπόμνηση ἐξαιρετικῶν γεγονότων τῆς θρησκευτικῆς ἱστορίας. Ἐπομένως, ἐκτὸς ἀπ’ τὰ πρόσωπα ποὺ συμμετεῖχαν, θ’ἀπεικονιστοῦν ἀντικείμενα, ζώα, σύμβολα καὶ τοπία ἢ κτίρια ἀκόμα.
Ἐδῶ εἶναι ἀναγκαία ἡ γνώση τῆς περιγραφῆς τοῦ γεγονότος ἀπὸ ἀξιόπιστες πηγὲς, μὰ καὶ ἡ οἰκονομία στὴ σύνθεση, ὥστε νὰ ζωγραφηθοῦν ὅσα χρειάζονται, χωρὶς νὰ παραλειφθοῦν οὐσιαστικὰ στοιχεῖα ἢ ν’ἀποδοθοῦν ἀνούσιες λεπτομέρειες.
Αἰσθητικὴ προσφορά
Ἄλλος λόγος ὕπαρξης τῶν εἰκόνων, εἶναι ἡ προσφορὰ τῆς αἰσθητικῆς στὴν ὑπηρεσία τῆς θρησκείας. Ἀφενὸς ὁ ἁγιογράφος ἀφιερώνει τὴν τέχνη του, δηλαδὴ ἕνα χάρισμά του, στὸν Θεὸ καὶ στοὺς συνανθρώπους καὶ τὸ μοιράζεται μαζί τους, ἀφετέρου μέσω τῆς ὑλικῆς ὀμορφιᾶς μαγνητίζεται ὁ νοῦς τοῦ θεατὴ καὶ ἡμερώνει, γιὰ νὰ προχωρήσῃ καὶ πρὸς τὴν πνευματικὴ ὀμορφιά.
Ἄρα εἰκόνες προχειροφτιαγμένες, κακότεχνες, οἱ ὁποῖες φανερώνουν ὄχι ἔλλειψη τεχνικῆς ἀπὸ πλευρᾶς τοῦ καλλιτέχνη (ἔτσι κὶ ἀλλιῶς, ἀκόμα κὶ ἀπ’τὸν πολὺ καλὸν θὰ βρεθεῖ κὰποτε κάποιος καλύτερος) , μὰ ἔλλειψη σεβασμοῦ πρὸς τὸ ἔργο καὶ πρὸς τὸν ἑαυτόν του, ἀστοχοῦν καὶ ὡς πρὸς τὴν θρησκευτικὴ καὶ ὡς πρὸς τὴν αἰσθητικὴ ἀποστολή τους.
Οἱ ἀποκλίσεις στὶς ἀναλογίες τῶν ἀντικειμένων, ἀπὸ τὶς πραγματικές, γίνονται μόνο σκοπίμως καὶ μὲ ἐξήγηση. Δυσαρμονίες καὶ στρεβλώσεις ἀναίτιες καὶ ἀκαλαίσθητες εἶναι ἁπλῶς λάθη, τὰ ὁποῖα δὲν χρειάζονται διαιώνιση. Σ’αὐτὸ τὸ σημεῖο μποροῦμε ν’ ἀναφέρωμε παραδείγματα λανθασμένης ἐκτίμησης στὴ σχέση τεχνικῆς καὶ πνευματικότητας.
Παραδείγματα ὑπερβολῶν καὶ ἀτεχνιῶν
1) Τὸ στόμα στὶς ἁγιες μορφὲς ἀποδίδεται πάντα κλειστὸ καὶ σχετικὰ λεπτὸ. Ἔτσι συμβολίζεται ἡ ἐγκράτεια ποὺ ἐπέδειξαν, στὴν ὁμιλία καὶ στὴν τροφή. Ὅμως ἕνα στόμα «ἐξαφανισμένο», ὑπερβολικὰ στενὸ ἢ μικρό, εἶναι ἀντιαισθητικό, ἴσως μάλιστα προσδίδει ἔκφραση δυσπιστίας ἢ τσιγκουνιᾶς, ποὺ φυσικὰ δέν ἁρμόζουν σὲ Ἅγιο.
2) Τὸ χέρι σὲ στάση εὐλογίας εἶναι ἄλλο πολύπαθο σχεδιαστικὰ θέμα. Ὁ συμβολισμὸς ἀποδίδεται μὲ τὴν θέση τῶν δακτύλων, ἀλλὰ τὸ παράδοξο τὴς ἀπεικόνισης τῆς παλάμης κατενώπιον καὶ τῶν δακτύλων στραμμένων πλαγίως μπορεῖ νὰ διορθωθῇ μετὰ τὴν ἁπλὴ παρατήρηση ἑνὸς (ζωντανοῦ) χεριοῦ εὔκολα, χωρὶς τὴν ἐλάχιστη θεολογικὴ ἀλλοίωση.
3) Τὰ καλύμματα τῆς κεφαλῆς (μανδῆλες, στέμματα, μίτρες κ. ἄ.) κάποτε εἰκονίζονται τελείως δυσανάλογα μὲ τὸ μέγεθός της, δίνοντας τὴν ἐντύπωση ὅτι στηρίζονται στὸν ἀέρα.
4) Οἱ κινήσεις τῶν ὑφασμάτων, ἐπίσης, ἀντιμετωπίζονται ἐπιπόλαια. Βλέπομε σὲ ὕφασμα ποὺ πέφτει μόνο μὲ τὸ βάρος του, τσαλακώματα καὶ πτυχὲς ὁριζοντίως, διαγωνίως, ἀκόμη καὶ πρὸς τὰ πάνω, ροῦχα μὲ πτυχές οἱ ὁποῖες ἀφήνουν ἀνεπηρέαστα τὰ διακοσμητικά τους (τρέσες, σχήματα κ. ἄ.), διπλώματα σὲ σημεῖα ὅπου τὸ ὕφασμα κανονικὰ τεντώνεται, φλύαρη παράθεση (ἀτέχνων) πτυχῶν κ.ἄ.
Γενικῶς, παρατηρεῖται κάποτε ἔλλειψη ὄχι μόνο φυσικότητος μὰ καὶ λογικῆς, σὲ πεδία ὅπου ἡ κατάργησή τους δὲν προσφέρει σὲ θεολογικὸ περιεχόμενο, ὅμως στερεῖ ἀπὸ τὸ αἰσθητικὸ ἀποτέλεσμα.
Φυσικά, ἡ ὅποια κριτικὴ καὶ ἀποδοχὴ ἢ μὴ τμημάτων εἰκόνων ἢ καὶ ὁλοκλήρων αὐτῶν, ἀποτελεῖ δικαίωμα καὶ ὑποχρέωση τῶν ἐπαϊόντων.
Ὅπως σὲ κάθε τέχνη καὶ ἐπιστήμη, ὑπάρχουν στὴν ἁγιογραφία πολλοὶ κανόνες, ὄχι κάθε φορὰ αὐτονόητοι κι εὐνόητοι. Ἡ «κοινὴ λογικὴ», χωρίς ἐξειδικευμένες γνώσεις δὲν ἐπαρκεῖ πάντα.
Ὁ ἀμαθὴς, ὁ ἡμιμαθὴς κι ὁ μαθητευόμενος μποροῦν νὰ ρωτοῦν «γιατί;» χιλιάδες φορές, μὰ ὄχι καὶ ν’ ἀπαντήσουν, διότι, ἁπλά, δε γνωρίζουν.
Γιατί “ἔτσι” καὶ ὄχι “ἀλλιῶς”; Ἡ αἰτιολόγηση
Τροποποιεῖ ὁ ἁγιογράφος τοὺς κανόνες τῆς ζωγραφικῆς κοσμικῶν παραστάσεων, γιὰ ν’ἀποδώσῃ μαζὶ τὸ αἰσθητὰ ἀντιληπτὸ καὶ τὸ ὑπερβατικὸ κ’ ἐξιδανικευμένο. Δὲν τοὺς καταργεῖ ἀναίτια, ἀφοῦ παριστᾷ μὲν μορφὲς καὶ σκηνὲς ἰδιαιτέρας θρησκευτικῆς βαρύτητος, μὰ ὅπως ἔζησαν ἢ διαδραματίστηκαν στὸν ὑλικὸ κόσμο.
Προσθέτει συμβολικὰ στοιχεῖα μὲ νόημα ἄλλοτε προφανὲς, ἄλλοτε ἀντιληπτὸ μόνο στοὺς μυημένους τῆς θρησκείας, ὄχι αὐθαίρετα ἢ βασισμένα σὲ ἀντιλήψεις ποὺ φθάνουν στὰ ὅρια δεισιδαιμονιῶν, μὰ σύμφωνα μὲ τὸ ὀρθὸ δόγμα καὶ τὴν ἀποδεκτὴ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Μιὰ ζωγραφιὰ καμωμένη μὲ τὴν βυζαντινὴ τεχνική, στὴν ὁποῖα τὸ εἰκονιζόμενο πρόσωπο ἔχει π.χ. ἔκφραση ὑπεροπτική, ἢ θυμωμένη, στρυφνή, ἡδυπαθή, ἀποχαυνωμένη, χαζοχαρούμενη, ξένη πάντως πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ψυχικὴ ὡριμότητα, δὲν εἶναι ’’περισσότερο εἰκόνα’’ ἀπὸ μιὰ που ἀκολουθεῖ ἄλλη τεχνοτροπία μὰ ἀποδίδει γλαφυρὰ τὰ πνευματικὰ χαρίσματα τοῦ εἰκονιζομένου. Δηλαδή, ὁ ὁλοκληρωμένος ἁγιογράφος δὲν εἶναι ἕνας κακομοίρης ἀντιγραφέας, ἀλλὰ καλλιτέχνης καὶ θεολόγος ταυτόχρονα.
Ἰσοῤῥοπία καὶ γνώση, τὸ ζητούμενο
Μελέτη μόνο τοῦ πρακτικοῦ σκέλους ἢ μόνο τοῦ θεωρητικοῦ, δίνει ἔργα φλύαρα, κακότεχνα, ἀθεολόγητα. Σπουδὴ καὶ τριβὴ σὲ ἀμφότερα φέρνει τὴν ἀναγέννηση.
Ἔτσι ἡ ἁγιογραφία θ’ ἀναπνεύσῃ, θ’ἀποβάλῃ τὰ σαθρὰ στοιχεῖα ποὺ εἰσήγαγαν ἁγιογράφοι ἐλλιπῶς κατηρτισμένοι, θὰ ξαναζωντανέψῃ καὶ θ’ ἀποδώσῃ νέα ἀριστουργήματα. Ἡ αἰσθητικὴ ποιότητα καὶ ἡ θεολογικὴ ἀρτιότητα σὲ ἰσοῤῥοπία εἶναι ὅ,τι θαυμάζομε στὰ ἐμπνευσμένα ἔργα ποὺ θεωροῦμε πρότυπα καὶ πρέπει νὰ ἐπιδιώκουν οἱ νέοι δημιουργοί.