Πραότητα καὶ ἔντονη πνευματικότητα ἀποπνέει ἡ μορφή τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Εἶναι ἀπὸ τοὺς λίγους Ἁγίους τῶν ὁποίων οἱ εἰκόνες ἀποδίδουν μὲ ἀρκετὴ πιστότητα τὴ φυσιογνωμία τους. Σύμφωνα μὲ ἀνθρωπολογικὲς μελέτες κατὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν του λειψάνων, τὸ 1957, πράγματι εἶχε μεγάλο, κατὰ ὕψος καὶ πλάτος, μέτωπο, μεγάλους ὀφθαλμούς, ἔντονα ζυγωματικά, ὄψη ασκητικὴ καὶ εὐγενική.

Ἁγιογραφικὰ τὸν ἀπεικονίζομε μὲ τὴν ἀρχιερατικὴ στολή του, μερικὲς φορὲς ἔνθρονο, ὁλόσωμο ἢ εἰκονιζόμενο ἀπὸ τὴ μέση καὶ πάνω, κρατῶντας κλειστὸ ἢ ἀνοικτὸ Εὐαγγέλιο στὸ ἀριστερό του χέρι (κάποτε, ἀπὸ σεβασμὸ στὴν ἱερότητα του βιβλίου, εἶναι καλυμμένο μὲ τὸ φαιλόνιό του), ἐνῷ τὸ δεξὶ χέρι εὐλογεῖ.

Στὸ ἄνω μέρος τῆς εἰκόνας, ἑκατέθωθεν τοῦ Ἁγίου, στὸ ὕψος τῆς κεφαλῆς του, βλέπομε σὲ μικρότερο μέγεθος τὶς μορφὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας, ποὺ τοῦ προσφέρουν Εὐαγγέλιο καὶ ὠμοφόριο, ἀντίστοιχα. Ὅταν ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἦταν φυλακή (τὸν καθαίρεσε ὁ Μέγας Κωνσταντίνος στὴ διάρκεια τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου), εἶδε σὲ ὅραμα τὴν ἀποκατάστασή του, τὴν Παναγία καὶ τὸν Ἰησοῦ νὰ τοῦ προσφέρουν τὰ ἀρχιερατικά του διακριτικὰ καὶ νὰ τὸν λύνουν ἀπὸ τὰ δεσμά τῆς φυλακῆς.

Ἰστορεῖται χωρίς ποιμαντορικὴ ῥάβδο καὶ μίτρα, αὐτὰ παραχωρήθηκαν στοὺς ἀρχιερεῖς σὰν σύμβολα (πνευματικῆς) ἐξουσίας ἐπὶ τοῦ Ὀρθοδόξου πληθυσμοῦ πολὺ ἀργότερα, ἀπὸ τὸν Μωάμεθ τὸν Πορθητή.

Εἰκονίζεται, ἀκόμα, πολλὲς φορὲς σὲ σκηνὲς τοῦ βίου του (νὰ ἡρεμῇ τρικυμισμένη θάλασσα καὶ νὰ σώζῃ ναυτικούς, στὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, στὴ φυλακή κ. ἄ. ) καὶ σὲ θαύματά του. Αὐτὲς οἱ παραστάσεις συνήθως πλαισιώνουν, σὲ μικρότερο μέγεθος, εἰκόνα ὅπου κεντρικὰ δεσπόζει ἡ μορφὴ τοῦ Ἁγίου.

Οἱ ναυτικοὶ καὶ ὅλοι οἱ θαλασσινοὶ τὸν τιμοῦν ἰδιαιτέρως καὶ τὸν ἐπικαλοῦνται ὡς προστάτη τους.